Ο γιδοβοσκός…

αμώς προφήτης

Αν ζούσε στην εποχή της εθνικοφροσύνης, σίγουρα θα τον είχαν στείλει στη φυλακή ή στην εξορία. Κι αν δεν υπόγραφε δήλωση μετανοίας, μπορεί να τον είχαν εκτελέσει κιόλας. Και γιατί όλα αυτά;

Γιατί πίστευε ότι το κεντρικό πρόβλημα της ζωής είναι το κοινωνικό. Ασφαλώς δεν ήταν οπαδός του Μαρξ, αφού έζησε 26 αιώνες πριν απ’ αυτόν. Και βέβαια δεν είχε σπουδάσει σε πανεπιστήμια ούτε διαβάσει βιβλία επαναστατικού και ανατρεπτικού περιεχομένου. Ήταν ο προφήτης Αμώς, που δεν ήταν τίποτε περισσότερο από γιδοβοσκός. Διέθετε όμως κοφτερό μυαλό, οξεία παρατηρητικότητα και ζούσε στον παλμό των γεγονότων της εποχής του:

Έβλεπε από το ένα μέρος τα μεγαλοπρεπή παλάτια των πλουσίων κι από το άλλο τις άθλιες καλύβες και τις σπηλιές των φτωχών. Από κει την πολυτέλεια και την ασωτία κι από δω την πείνα και τη δυστυχία. Την κακοποιό δύναμη των ισχυρών και τους στεναγμούς των θυμάτων τους…

Η απάντηση στις διαμαρτυρίες και την αγανάκτηση των φτωχών ήταν εκ μέρους της άρχουσας αναρχίας περισσότερη καταπίεση και εκμετάλλευση σε βάρος τους. Και βέβαια δεν υπήρχε κανένας, για να δώσει λύση στο αδιέξοδο. Γιατί όσο ψηλότερα στην κλίμακα της κοινωνικής ιεραρχίας ανέβαινε κανείς, τόσο μεγαλύτερη εξαχρείωση συναντούσε. Με πρώτο και καλύτερο το παλάτι. Και η θρησκεία δεν ήταν τίποτε περισσότερο από έναν αποστεωμένο οργανισμό νεκρών εξωτερικών τύπων και τελετουργικών διατάξεων.

Αλλά, όταν συμβαίνει να μη βρίσκει ο άνθρωπος γύρω του λύσεις και απαντήσεις, τότε αναγκάζεται να κάνει την κατακόρυφη κίνηση προς το Θεό. Και σ’ αυτές τις περιπτώσεις η απάντηση του Θεού συνίσταται στο «τάδε λέγει Κύριος». Που δεν επιδέχεται αντιρρήσεις και υπεκφυγές: «Το λιοντάρι βρυχιέται και ποιος δε φοβάται; Ο Θεός διατάσσει και ποιος τολμάει να μην προφητεύει»; Και με αυτή τη βάση ο Αμώς, χτυπάει κατευθείαν στο στόχο του:

Ο Θεός λέει όλα μπορεί να τα συγχωρήσει, εκτός απ’ την καταδυνάστευση των φτωχών: «Για τρεις και για τέσσερις αμαρτίες δεν θα σας τιμωρήσω. Αλλά επειδή πουλάτε για χρήματα το δίκιο και συντρίβετε το κεφάλι των φτωχών, θα σας κάμω να τρέμετε, όπως τα’ άχυρα πάνω στην άμαξα».

Και για τις γυναίκες, που υποκινούσαν τους άντρες τους να λεηλατούν και να καταληστεύουν το λαό, για να καλοντύνονται και να καλοπερνούν, χρησιμοποιεί ωμές εκφράσεις: «Γελάδες της Βασάν, λέει, που υποκινείτε τους άντρες σας να καταπιέζουν και καταθλίβουν τους φτωχούς, θα ’ρθει στιγμή, που γυμνές και με δικέλλες θα σας διώξουν απ’ τα σπίτια σας…»

Και βέβαια δεν έχει καλά λόγια για τους βασιλιάδες: «Δεν αγαπάτε το σωστό, τους λέει κι ολοένα και περισσότερο καταδυναστεύετε και καταπιέζετε το λαό. Γι’ αυτό θα χάσετε τη δύναμή σας και τα ανάκτορά σας θα λεηλατηθούν…». Και για τους λειτουργούς της δικαιοσύνης δεν έχει να πει καλύτερα λόγια: «Αλίμονο σ’ αυτούς, που πληρώνονται, για να διαπράττουν το εξωφρενικότερο έγκλημα: Να μεταβάλουν το δίκαιο σε δηλητήριο, για να καταπιέζουν το λαό…». Και ασφαλώς δεν προσπερνάει τη θρησκεία. Για τον Αμώς θρησκεία, χωρίς ηθική δεν υπάρχει. Αλλά ούτε και ηθική, χωρίς δικαιοσύνη: «Μισώ και απορρίπτω τις γιορτές σας, λέει για λογαριασμό του Θεού, και δεν μπορώ να δεχτώ τα πανηγύρια σας και τα ολοκαυτώματά σας και τις προσφορές και τις θυσίες σας. Μακριά από μένα ο θόρυβος της ψαλμωδίας σας και ο ήχος της λύρας σας. Το δίκιο θέλω να αναβλύζει σαν νερό και η δικαιοσύνη να γίνεται αστείρευτο ποτάμι…».

Και βέβαια δεν ήταν στη σκέψη ούτε στις δυνατότητες του προφήτη να κάμει κάποια κοινωνική επανάσταση. Το μόνο, που μπορούσε να κάνει ήταν να προαναγγείλει τις συνέπειες της υπερβάλλουσας αδικίας τους. Και αυτές δεν μπορεί να είναι άλλες απ’ την καταστροφή: «Αλίμονο σ’ αυτούς, που θέλουν να ιδούν την ημέρα της καταστροφής. Σκοτάδι θα είναι και όχι φως. Κανένας δεν θα μπορεί να σωθεί. Θα φεύγει απ’ το λιοντάρι και θα τον κατασπαράζει η αρκούδα. Θα κρύβεται απ’ την αρκούδα και στην κρυψώνα του θα τον δαγκώνει το φίδι. Και δεν θα υπάρχει κανένας τόπος καταφυγής. Ούτε ακόμη ο ουρανός ή τα βάθη της θάλασσας. Ιδιαίτερα για κείνους, που καυχιούνται και λένε «εμάς δεν θα μας βρει καμιά καταστροφή…». Κι επειδή αυτά δεν άντεχαν να τ’ ακούνε, τον καταδίωξαν. Όπως γίνεται πάντα…

Συμπερασματικά: Για τον Αμώς η θρησκεία δεν είναι νεκροί τύποι και μαγικές τελετουργικές διατάξεις. Είναι τρόπος ζωής. Είναι κοινωνικό αγώνισμα. Αγώνας για περισσότερη δικαιοσύνη. Για έναν κόσμο με λιγότερο πόνο και περισσότερη ευτυχία. Αυτό που οι “έχοντες και οι κατέχοντες» θεωρούν αποκλειστικό δικαίωμά τους. Αλλά που ο προφήτης βέβαια το θεωρεί δικαίωμα όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπων.

Βέβαια οι τωρινοί κλέφτες και εφιάλτες θα πουν ότι κάτι τέτοια λένε οι γιδάρηδες, οι αντεθνικώς δρώντες ή ο «αλλοπρόσαλλος όχλος». Αλλά να που τα ίδια ακριβώς έλεγε κι ο τσοπάνης του σύμπαντος, ο «καλός ποιμένας». Που βέβαια, επειδή έλεγε τέτοια παράνομα και απαγορευμένα, «δια ταύτα» φρόντισαν οι νομιμόφρονες λήσταρχοι να τον σταυρώσουν. Για να του δώσουν να καταλάβει ότι η άρχουσα αναρχία δεν «θύει και απολύει» μόνο τα πρόβατα, αλλά και τους καλούς τσοπάνηδες. Όπως πάντα…

Άμποτε να ’χαμε κι εμείς κάποιους κυβερνήτες και δικαστές και αρχιερείς σαν το γιδοβοσκό Αμώς. Αντί των παραμορφωμένων στα σιωνιστικά και ναζιστικά χαλκεία της Ζήμενς, της Μπίλντεμπεργκ και άλλων παρόμοιων ιδρυμάτων…

Σχολιάστε